Θα βγω στο μπαλκόνι ακριβώς μόλις πάει τρεις.
Θ αφουγκραστώ την σιωπή και θα καρφώσω τα μάτια μου στο σκοτάδι.
Θα απλώσω τα χέρι ν αγγίξω την βροχή..
η μοναξιά της μου μοιάζει απόψε..
μυρίζει σαν εμένα..ακούγεται σαν εμένα…
μονότονη, γεμάτη ίσκιους και άθλια φαντάσματα....
Είπα θα ψάξω απόψε για να ξοδευτώ λιγάκι σε άγνωστα μάτια..να «δώσω» απόψε, κάπου, σε κάποιον…τι σημασία έχει.. οι πικρές μου αλήθειες δεν θέλουν να γείρουν σε άλλες αγκαλιές..
Που είναι η αγάπη… μέσα στο ποτήρι μου είναι..σαν ψέμα με κοιτάζει από κει κ φοβάται να μιλήσει.. την κοιτάζω σιωπηλή και μου απαντάει με την δική της σιωπή..
Την ανακατεύω..την ζαλίζω..την εκμηδενίζω και την καταπίνω ..
Κατεβαίνει ως το στομάχι μου κ εκεί ριζώνει κ βγάζει φύλλα και φουντώνει κ φυτρώνει προς τα πάνω.. βγάζει κλαδιά που πετάγονται με οργή από το στόμα και τα μάτια μου..τυλίγονται γύρω από το κεφάλι μου κ σφίγγονται σαν κόκκινα φίδια γύρω απ τον λαιμό μου..
Σκληραίνει ο κορμός της… γεμίζει αγκάθια που χώνονται στο δέρμα μου.. δεν με νοιάζει..
Όχι δεν έχει μείνει φωνή.. δεν προσπαθώ να φωνάξω..δυο παρακλάδια πετάχτηκαν σταύρωσαν το λαρύγγι μου και μπλέχτηκαν στις φωνητικές μου χορδές.. μείνε σιωπηλή.. μη λες.. πονάει..
Όχι δεν έχει μείνει ανάσα..δεν έχει μείνει κίνηση…δεν προσπαθώ να ζητήσω βοήθεια..
Δεν έχει μείνει βλέμμα.. ρίζες ξεχύνονται μέσα από τα δυο μου μάτια.. έμειναν αδειανά..δυο σκοτεινές κόγχες.. τίποτα δεν έχει μείνει..
..μην σκοτεινιάζεις..
όταν έρθεις θα μπορέσω να απλώσω τα δυο μου χέρια και να σε ψάξω μέσα στο σκοτάδι σου..
…μην φοβάσαι..
Θα σε αγγίξω και θα νιώσω την ζεστασιά σου.. θα το σκάσω από τις πληγές μου και θα σου γελάσω.. θα φιμώσω τις σκιές και θα φιλήσω τις άκρες των χειλιών σου, τα δυο σου μάτια, την παρατημένη σου καρδιά και θα σου ψιθυρίσω πως σ αγαπάω..
Θα βγω στο μπαλκόνι ακριβώς μόλις πάει τρεις.
Θ αφουγκραστώ την σιωπή και θα καρφώσω τα μάτια μου στο σκοτάδι…
Θα απλώσω τα χέρι ν αγγίξω την βροχή..
η μοναξιά της σου μοιάζει απόψε..
μυρίζει σαν εσένα..
ακούγεται σαν εσένα…
μονότονη, γεμάτη ίσκιους και άθλια φαντάσματα....