Αν δεν καώ εγώ, αν δεν καείς εσύ, αν δεν καούμε εμείς.. πως θα γενούνε τα σκοτάδια λάμψη;.. (Ναζίμ Χικμετ)
Δευτέρα 31 Μαρτίου 2008
Σάββατο 29 Μαρτίου 2008
Ενα μέρος που μπορείς να κρυφτείς..
Είναι μια πληγή που ξαφνικά πονάει και αιμορραγεί.. αυτό είναι.. πως βρέθηκε αυτή η τρύπα στην θέση της καρδιάς μου?..δε ξέρω..δεν την είχα προσέξει να μεγαλώνει.. ξεχασμένη μπροστά στην θάλασσα.. κοιτούσα τα κύματα κ χαιρετούσα γελώντας σαν παιδί τα πλοία που περνούσαν.. άκουγα το τραγούδι των γλάρων, έπαιζα με τα δελφίνια που με κουβαλούσαν τις νύχτες στη πλάτη τους και δεν είδα τις σταγόνες από το αίμα που άρχισαν να βρέχουν την άμμο.. αλήθεια, δεν είδα..
Ποιά φωνή μου ουρλιάζει μέσα στην σιωπή.. από που έρχεται..πόσες θάλασσες πέρασε η ηχώ της για να φτάσει ως το κέντρο της καρδιάς μου.. με πόσα κύματα πάλεψε κουβαλώντας το μαχαίρι αυτό..
Η χροιά της μου είναι γνώριμη.. σαν πένθιμη νότα αποχωρισμού μοιάζει...σαν εμβατήριο πένθιμο που παίζουν μονότονα μερικοί κακοπληρωμένοι μουσικάντηδες στην κηδεία της όμορφης γυναίκας που μας έδειχνε τον δρόμο ανάμεσα στις σκιές..
Στέκομαι στην άκρη της επικήδειας πομπής και διαλέγω μόνο να παρατηρώ..δεν έχω λόγο να κλάψω.. δεν έχω..
Κοιτάζω τις σκιές των στιγμών που κάποτε έλαμπαν μέσα σε φωτεινά γέλια .. τώρα πάνω από το νεκρό της σώμα χορεύουν μοιρολογώντας, μετατρέπονται σε γκρίζα στάχτη και απλώνονται απαλά σαν κατακάθι πάνω στο νεκρό της πρόσωπο..
Αυτός ο θάνατος είναι χειρότερος από τους προηγούμενους..
Μυρίζει εγκατάλειψη..
Αυτός πονάει βαθύτερα..
Αυτός εκμηδενίζει..
Λιώνει..
Κομματιάζει..
Απομονώνει..
Φυλακίζει..
Διαλύει..
Αποσυνθέτει..
Εξουθενώνει..
Σε ψάχνω με τα μάτια να σε βρω ανάμεσα σε σκυμμένα κεφάλια..λείπεις..
Λείπεις..
.. κι εγώ παγιδευμένη πεταλούδα χτυπιέμαι πάνω στους γυάλινους τοίχους την φυλακής μου, προσπαθώντας να βρω διέξοδο από το χειροφίλημα του θανάτου αυτού..
Στέκομαι στην άκρη της επικήδειας πομπής και διαλέγω μόνο να παρατηρώ..δεν έχω λόγο να κλάψω.. δεν έχω..
…κι εσύ…λείπεις…
μέσα απ' τις λάσπες που κοιμάται τόσα χρόνια
και μου ζητάει ξεχασμένα δανεικά
και λαχταράει μεθυσμένα σταυροδρόμια
Πεινάει η απελπισμένη μου καρδιά
καταβροχθίζει ό,τι απόμεινε από 'μένα
και παραδέρνει από δω στο πουθενά
φορώντας ξέφτια της αγάπης ματωμένα
Παραμιλάει η ξεχασμένη μου ζωή
τραυλίζει ξόρκια, μπερδεμένες απαντήσεις
κι όλο τρεκλίζει μες τις θύελλες γυμνή
σαν μια ζητιάνα με κλεμμένες αναμνήσεις
Κι ακούω την κουρασμένη μου φωνή
μια να κλαίει μια να γελάει με μανία
σαν κάποιο φάντασμα που χάθηκε στη γη
και το κυκλώνει μια θανάσιμη αγωνία
Εσύ με ένα βλέμμα σβηστό,
-μια παλιά σου συνήθεια-
προσπαθείς το χαμό να μη δεις
Δεν είναι το ψέμα μα η αλήθεια
ένα μέρος που μπορείς να κρυφτείς..
Πέμπτη 27 Μαρτίου 2008
Τετάρτη 26 Μαρτίου 2008
Θα βγω στο μπαλκόνι ακριβώς μόλις πάει τρεις.
Θ αφουγκραστώ την σιωπή και θα καρφώσω τα μάτια μου στο σκοτάδι.
Θα απλώσω τα χέρι ν αγγίξω την βροχή..
η μοναξιά της μου μοιάζει απόψε..
μυρίζει σαν εμένα..ακούγεται σαν εμένα…
μονότονη, γεμάτη ίσκιους και άθλια φαντάσματα....
Είπα θα ψάξω απόψε για να ξοδευτώ λιγάκι σε άγνωστα μάτια..να «δώσω» απόψε, κάπου, σε κάποιον…τι σημασία έχει.. οι πικρές μου αλήθειες δεν θέλουν να γείρουν σε άλλες αγκαλιές..
Που είναι η αγάπη… μέσα στο ποτήρι μου είναι..σαν ψέμα με κοιτάζει από κει κ φοβάται να μιλήσει.. την κοιτάζω σιωπηλή και μου απαντάει με την δική της σιωπή..
Την ανακατεύω..την ζαλίζω..την εκμηδενίζω και την καταπίνω ..
Κατεβαίνει ως το στομάχι μου κ εκεί ριζώνει κ βγάζει φύλλα και φουντώνει κ φυτρώνει προς τα πάνω.. βγάζει κλαδιά που πετάγονται με οργή από το στόμα και τα μάτια μου..τυλίγονται γύρω από το κεφάλι μου κ σφίγγονται σαν κόκκινα φίδια γύρω απ τον λαιμό μου..
Σκληραίνει ο κορμός της… γεμίζει αγκάθια που χώνονται στο δέρμα μου.. δεν με νοιάζει..
Όχι δεν έχει μείνει φωνή.. δεν προσπαθώ να φωνάξω..δυο παρακλάδια πετάχτηκαν σταύρωσαν το λαρύγγι μου και μπλέχτηκαν στις φωνητικές μου χορδές.. μείνε σιωπηλή.. μη λες.. πονάει..
Όχι δεν έχει μείνει ανάσα..δεν έχει μείνει κίνηση…δεν προσπαθώ να ζητήσω βοήθεια..
Δεν έχει μείνει βλέμμα.. ρίζες ξεχύνονται μέσα από τα δυο μου μάτια.. έμειναν αδειανά..δυο σκοτεινές κόγχες.. τίποτα δεν έχει μείνει..
..μην σκοτεινιάζεις..
όταν έρθεις θα μπορέσω να απλώσω τα δυο μου χέρια και να σε ψάξω μέσα στο σκοτάδι σου..
…μην φοβάσαι..
Θα σε αγγίξω και θα νιώσω την ζεστασιά σου.. θα το σκάσω από τις πληγές μου και θα σου γελάσω.. θα φιμώσω τις σκιές και θα φιλήσω τις άκρες των χειλιών σου, τα δυο σου μάτια, την παρατημένη σου καρδιά και θα σου ψιθυρίσω πως σ αγαπάω..
Θα βγω στο μπαλκόνι ακριβώς μόλις πάει τρεις.
Θ αφουγκραστώ την σιωπή και θα καρφώσω τα μάτια μου στο σκοτάδι…
Θα απλώσω τα χέρι ν αγγίξω την βροχή..
η μοναξιά της σου μοιάζει απόψε..
μυρίζει σαν εσένα..
ακούγεται σαν εσένα…
μονότονη, γεμάτη ίσκιους και άθλια φαντάσματα....
Τρίτη 25 Μαρτίου 2008
Κυριακή 23 Μαρτίου 2008
Κι εσένα πίσω από μια ομίχλη έμαθα να σε κοιτάζω…τι νόμιζες..πως η εικόνα σου είναι ένα λαμπερό λευκό φως?..
Μ αγαπάς?..
Να μείνω?..
- μείνε..
Πέμπτη 20 Μαρτίου 2008
Παρασκευή 14 Μαρτίου 2008
Τρίτη 11 Μαρτίου 2008
Νυστάζω…θέλω να ξαπλώσω χωρίς να βγάλω τα ρούχα μου απόψε.. δεν με νοιάζει..
Είναι ήσυχα.. λίγο αποκομμένη, κάτω από έναν ήλιο ζεστό, δίπλα σε λαμπερή θάλασσα, να μην κάνω τίποτα άλλο, από το να παρατηρώ όλη την μέρα το ατελείωτο πηγαινέλα των απαλών κυμάτων μπρος στα πόδια μου.. και τις νύχτες να παίρνω το πινέλο μου και να ζωγραφίζω στον ουρανό χιλιάδες άστρα, να τα βλέπουν οι ερωτευμένοι να ξαποσταίνουν τα μάτια τους και να ακουμπάνε εκεί τα όνειρα τους ..
Νιώθω ασφαλής..σαν στην μήτρα της μάνας μου.. να μην ψάχνω τίποτε άλλο παρά τις δικές μου αλήθειες..να μην ακούω τίποτα άλλο παρά την φωνή μέσα μου..να μην κάνω τίποτε άλλο παρά να σκαλίζω στις πτυχές της ψυχής μου για να βρω το θάρρος που χρειάζομαι..
Είναι ήσυχα εδώ.. ήσυχα κι απλά..
Χωρίς λόγια..χωρίς αναλύσεις..
τίποτα..
Όλα και Τίποτα …
Τρίτη 4 Μαρτίου 2008
Perceptions behind closed eyes...
Κι εκεί, ανάμεσα σε μερικά αναμμένα κεριά..ίσα ίσα να ξεγελάνε γλυκά με την φλόγα τους το σκοτάδι ολόγυρα, κάθισες πάνω από το κεφάλι μου κ ακούμπησες τα χέρια σου στα μάτια μου απαλά..τόσο απαλά που τα ένιωσα σχεδόν σαν χάδι από δυο χέρια που έτρεμαν στην οδύνη μιας αναπάντεχα ερωτικής επαφής...
Σαν κύμα η τρυφερή συγκίνηση ενός νεογέννητου πόθου κύλησε μεθυστικά σε κάθε μου κύτταρο βυθίζοντας με στον πουπουλένιο βυθό μιας χρυσής ομίχλης που έμπαινε από τις χαραμάδες του ξύλινου πατώματος, έμπαινε από τα ανοιχτά παράθυρα, ξεχυνόταν από τα σωθικά της ταραγμένης θάλασσας, έπεφτε από το ταβάνι σαν ανοιξιάτικη λεπτή βροχή, τρύπωνε στα χέρια σου και μέσα από αυτά πλημμύριζε σαν σπαρακτική κραυγή κάθε μυστική γωνιά του μυαλού και του κορμιού μου ..
Με μάτια πεισματικά κλειστά δεν τόλμησα να δω πόσο κοντά στο πρόσωπο μου ήταν το δικό σου.. η ανάσα σου με άγγιζε κ ένιωθα μέσα από την ορφάνια μιας απατηλής προσμονής, πως τα χείλη σου θ ακουμπούσαν από λεπτό σε λεπτό τα δικά μου.... και ήταν τόσο έντονη η ψευδαίσθηση αυτής της προσμονής που σε κάθε ανεπαίσθητη κίνηση των χεριών σου, έτρεμε η καρδιά μου και κοβόταν η ανάσα μου μέσα στο παιχνίδι που της είχα κρυφά επιβάλει... να συντονίζεται με σένα για να παγιδεύω μέσα στην εισπνοή μου την δική σου εκπνοή..
Μέσα στην διαστρέβλωση της ζάλης που μ’ έριξες ένιωσα τα χέρια σου ν αγγίζουν απαλά τον καρπό μου για να πάρουν την ένταση που τα έκανε να σφίγγονται σε γροθιές .. ένιωσα σαν να ήθελες να μου ψιθυρίσεις πως ήταν χαζό που τελικά απλά δεν έκανα αυτό που τόσο επιθυμούσα να κάνω εκείνη την στιγμή, αντί να προσπαθώ να μπήξω τα νύχια μου μέσα στο ξύλινο πάτωμα.... να πάρω το χέρι σου και να το κρατήσω για λίγο μέσα στο δικό μου..
Με δεν τόλμησα να σ αγγίξω.. φοβήθηκα.. μην ρωτήσεις τι…
Νιώθω πως αυτές οι μαγικές στιγμές που μας χαρίζονται σαν δώρα κάτι σκόρπιες Κυριακές, η κραυγή ενός νεογέννητα πόθου διαρκεί όσο διαρκούν τα όνειρα στα μάτια ενός παιδιού που αποκοιμιέται κουρασμένο…διαρκούν όσο κρατάει ο ουρανός το κόκκινο χρώμα του την ώρα που δύει ο ήλιος το σούρουπο.. ή όσο διαρκεί το βλέμμα ενός μυστικού θεού που στρέφεται και σε κοιτάζει ακουμπώντας τα μάτια του πάνω σου…… στιγμιαία ή αιώνια…ποιος ξέρει…
Σ’ ευχαριστώ..
Σάββατο 1 Μαρτίου 2008
Μέσα στην σιωπή του εαυτού μου ανάβω κρυφά τσιγάρο κι ενώ όλα γύρω μου τρέχουν σε ρυθμούς που μοιάζουν φυσιολογικοί, ο χρόνος μέσα μου κυλάει αργά κ μποέμικα αραγμένος σε αιώρα, περιγελώντας τους άλλους γύρω μου.
Σαν καρυδότσουφλο τα βράδια νοθεύω κρυφά την αντανάκλαση της ζωής μου στον καθρέφτη κ όταν οι σκέψεις μου ζητάνε να απλώσουν το κορμί τους, έρχομαι κοντά σου…
Χωρίς αποσκευές, κουβαλώντας μόνο την ουσία της ψυχής μου, περνώ την μαγική μου γέφυρα μέσα από τα χρώματα που στήσαμε εκεί μαζί, πλησιάζω στην άκρη του δρόμου και βλέπω την πόρτα σου συνένοχα μισάνοιχτη να με περιμένει.
Χαμογελάω προτού ακόμη σε δω κ καλοδεχούμενη χώνομαι στον ιδιωτικό χώρο του μυαλού σου. Σε περιμένω να ‘ρθεις σκαλίζοντας τις μικρές καθημερινές σου αλήθειες που βρίσκω ξεχασμένες σ ένα παλιό παιδικό κουτί πάνω στο γραφείο σου.. Ισορροπώ σαν παιδί- γυναίκα, γυναίκα-παιδί με μια φούξια ομπρέλα στο χέρι πάνω στο λεπτό σκοινί των σκέψεων μας τρώγοντας μπισκότα σοκολάτας και πίνοντας βυσσινάδα .
Βουτώντας, μια στην βαθιά θάλασσα των σοφών λογισμών μας, μια σε παιδικές αστείες συζητήσεις εξομολογήσεων και μια σε σκοτεινά απροσδιόριστες αναφορές φιλικού ερωτισμού, στροβιλίζομαι κλείνοντας δυνατά τα μάτια και γελώντας από την μέθη αυτής της φιλίας πέφτω στην αγκαλιά σου για να μην πέσω κάτω κ έτσι όπως με κρατάς αλυσίδες γεννιούνται από το χώμα κ τυλίγονται γύρω μας και μας δένουν μαζί γεμίζοντας με αίμα τα θλιμμένα μας μάτια και τις παρατημένες μας καρδιές που διψασμένες για τις κρυμμένες αλήθειες και την σοφία αυτού του κόσμου αναζητάνε την ουσία μιας Αγάπης που ίσως να μην υπάρχει σ’ αυτό το έργο που έτυχε να πρωταγωνιστούμε..
Μετά θα πεις κάτι να γελάσω.. μετά θα πω κάτι να πιαστείς και θα προχωρήσουμε φυλάσσοντας μια κουτσή ελπίδα κρυμμένη σ’ ένα δάκρυ που δεν κύλησε ποτέ .. γιατί ο δρόμος αυτός που κοιτάμε είναι φωτεινός κ η θλίψη μας σκιάζεται όταν είμαστε μαζί..κρύβεται ντροπιασμένη πίσω από όμορφες στιγμές γεμάτες πόνο που αργοκυλάνε μέσα από τα χαμογελαστά μάτια μας αντί για απελπισμένα δάκρυα..
Ξορκίζοντας όλα όσα μας πονάνε..όλους όσους πέρασαν από τις μικρές μας ζωές κ πέταξαν σε κάδους ανακύκλωσης την ακριβή μας πίστη και την ομορφιά των δώρων μας, πιάνουμε τα χέρια δυνατά και ξαναφτιάχνουμε από πηλό ένα βωμό για την Αγάπη … και μέσα μας βαθιά το ξέρουμε καλά πως.. όση ομίχλη κ να βλέπουμε γύρω μας, εμείς απλώσαμε μαζί τα χέρια, πιάσαμε ένα μικρό αστέρι και το κατεβάσαμε στην γη…