
Πολεμιστής του Φωτός του Paulo Coelho
Αν δεν καώ εγώ, αν δεν καείς εσύ, αν δεν καούμε εμείς.. πως θα γενούνε τα σκοτάδια λάμψη;.. (Ναζίμ Χικμετ)
Ἡ θάλασσα εἶναι σὰν τὸν ἔρωτα:
μπαίνεις καὶ δὲν ξέρεις ἂν θὰ βγεῖς.
Πόσοι δὲν ἔφαγαν τὰ νιάτα τους –
μοιραῖες βουτιές, θανατερὲς καταδύσεις,
γράμπες, πηγάδια, βράχια ἀθέατα,
ρουφῆχτρες, καρχαρίες, μέδουσες.
Ἀλίμονο ἂν κόψουμε τὰ μπάνια
Μόνο καὶ μόνο γιατί πνίγηκαν πεντέξι.
Ἀλίμονο ἂν προδώσουμε τὴ θάλασσα
Γιατὶ ἔχει τρόπους νὰ μᾶς καταπίνει.
Ἡ θάλασσα εἶναι σὰν τὸν ἔρωτα:
χίλιοι τὴ χαίρονται – ἕνας τὴν πληρώνει.
Ν.Χριστιανόπουλος(1962)
Ήταν κι εκείνα τα αμέτρητα σκοτεινά μπαλκόνια μέσα στο σούρουπο της πόλης –πόρτες σε ένοχες ζωές- που έκαναν τους ανθρώπους να μοιάζουν σκιές που κρυφοκοιτάζουν την ζωή πίσω από βαριές κουρτίνες..
Κι έτσι εγώ, γίνομαι εγώ.. εσύ γίνεσαι εσύ και ξεχνάμε πώς εγώ κι εσύ να γίνουμε εμείς.. αντιστέκομαι..
Περπατώ.. περπατώ… αγγίζω με την άκρη των δαχτύλων μου πότε μεταξένια μαλακά υφάσματα, πότε κουρέλια γεμάτα ξέφτια που άνθρωποι ρίχνουν στο διάβα μου.. αντιστέκομαι..
Κάνω τις μουσικές κουβέρτα και σκεπάζω τους φόβους μου ..
Κάνω τις λέξεις βάλσαμο γλυκό και ποτίζω τον παιδεμό μου..
Κάνω τις μουσικές συνοδοιπόρους.. και τις λέξεις ταξίδι..
Στέκομαι σε άδεια προαύλια σχολείων και σε ερημωμένα πάρκα..
Δεν ψάχνω τίποτα.. μα περιμένω τα πάντα..
Μέσα από τα σκοτάδια της ψυχής μου να ξεπροβάλουν θαύματα και ήλιοι γεμάτοι φωτιά να μου δώσουν να νιώσω.. να νιώσω.. να νιώσω….