Περπατά ξυπόλητη πάνω στο μονοπάτι της.. κρατά τα παπούτσια της στα χέρια και είναι σιωπηλή..
Μπορείς να την κρυφοκοιτάζεις αν θες.. δεν την πειράζουν τα πεινασμένα σου μάτια πάνω στο κορμί της.. την ερεθίζει η κρυφή σου επιθυμία.. την κεντρίζουν οι κρυφοί σου φόβοι.. έναν έναν τους έχει αγγίξει κάτω από το λεπτό σου δέρμα όταν την κοίταζες στα μάτια.. έναν έναν τους μέτρησε όταν βουτούσες στην ψυχή της..
Τις σκέψεις της για σένα τις φυλάει σ ένα παλιό τσίγκινο κουτί από καραμέλες γιατί κάποτε θέλει να σου τις χαρίσει. Φυλάει τις σκέψεις της, φυλάει τα δώρα της.. φυλάει την ψυχή της και κλείνει σφιχτά το καπάκι να μην της ξεφύγουν , μην σ αγγίξουν και σε τρομάξει η φωτιά τους.. Νιώθει ρίγος όταν την σκέφτεσαι.. οι σκέψεις σου γι αυτήν γίνονται παρουσία, παίρνουν μορφή και την περικυκλώνουν.. κάθε φορά..
Είσαι εκεί.. εσύ και η επιθυμία σου.. εσύ και η φυγή σου.. εσύ .. κι αυτή σε κοιτάει και ένα γέλιο πλημμυρίζει την καρδιά ,τα μάτια και τα χείλη της γιατί εκείνη έμαθε να ξορκίζει όσα φοβάται ..
.. από χθες νιώθει στο κατώφλι του δωματίου της σιωπής.. οι λέξεις τελειώνουν.. ξέρει πως εκεί κρύβεται και η λήθη και δεν θέλει να την κοιτάξει καταπρόσωπο.. η λήθη είναι πιο δυνατή από αυτήν.. πιο δυνατή κι από όλα όσα αισθάνεται.. η λήθη είναι γλυκιά και ήσυχη σαν την γκρίζα μέρα που απλώνεται έξω από το παραθύρι της..
Θέλει ν αποδράσει..