μπλα μπλα μπλα μπλα μπλα μπλα μπλα μπλα μπλα μπλα μπλα ...μπλα μπλα μπλα..μπλα μπλα μπλα μπλα μπλα μπλα μπλα....
There is a difference between knowing the path and walking the path.
Αν δεν καώ εγώ, αν δεν καείς εσύ, αν δεν καούμε εμείς.. πως θα γενούνε τα σκοτάδια λάμψη;.. (Ναζίμ Χικμετ)
Κοιμόμουν όταν ήρθες.. ώρες πριν, είχα γείρει στο αριστερό μου πλευρό κ έτσι όπως χάζευα την φωτιά στο τζάκι αποκοιμήθηκα νιώθοντας την ζέστη να καίει το πρόσωπο μου.. ήταν γλυκιά αυτή ή αίσθηση, μεθυστική..
Μέσα στις φλόγες προσπαθούσα να δω το χαμόγελο σου μα δεν τα κατάφερα.. κ έτσι με το παράπονο, μεταξύ σκέψεων και προσπάθειας με πήρε ο ύπνος..
Ονειρεύτηκα τα χέρια σου όμως.. πρέπει να ήταν τα δικά σου χέρια λέω… Το ένα με είχε ακινητοποιήσει και το άλλο μου έκλεινε το στόμα τόσο δυνατά που σχεδόν μου έκοβε την ανάσα.. Σκέφτηκα να σε δαγκώσω να ματώσεις για να νιώσεις την αγωνία μου, μα τελικά δεν το έκανα και μην ρωτήσεις γιατί.. ούτε κ εγώ ξέρω.. μπορεί από φόβο μην, γευόμενη το αίμα σου, σου επιτρέψω να εισβάλεις κι άλλο μέσα μου και αρχίσει αυτό να μπερδεύεται με το δικό μου κ να κυλάει μαζί του μέχρι την καρδιά μου κ μετά πάλι κύκλο τον γύρο της ευάλωτης ύπαρξης μου.. ξέρεις τι συμβαίνει μετά ε?.. ολική μόλυνση.. κι έτσι από άμυνα τελικά μπορεί να μην σε δάγκωσα…
Ή μπορεί να ήταν η γυναικεία μου υποταγή στην δύναμη σου.. οι ξεχασμένοι φυσικοί νόμοι, το θηλυκό κάτω από την δύναμη του αρσενικού.. έτσι όπως πρέπει…
Μετά άνοιξα τα μάτια μου απότομα κ διαλύθηκες.. η φωτιά δεν είχε σβήσει ακόμη.. σήκωσα το χέρι μου κ ακούμπησα μηχανικά το μάγουλο μου που έκαιγε.. και τα χείλη μου μουδιασμένα τα ένιωθα.. ίσως να ήταν από την ζέστη.. ή επειδή τα δάγκωνα την ώρα που ονειρευόμουν τα χέρια σου.. δεν ξέρω..
Αφουγκράστηκα μήπως ακούσω τα κλειδιά σου στην πόρτα, μα μόνο το τικ τακ του ρολογιού ακουγόταν κ η φωτιά που έλεγε τα δικά της.. Έκλεισα ξανά τα μάτια ν αποκοιμηθώ μήπως δω το χαμόγελο σου, μα δεν μου έκανες την χάρη.... ήταν άδειος ο ύπνος μου.. σχεδόν διάφανος..
Χάραμα...και να που ήρθες.. Δυο χέρια πάνω στο ζεστό μου κορμί νιώθω πως θέλουν να με ξυπνήσουν.. τα νιώθω να χώνονται κάτω από την μπλούζα μου και να σφίγγουν την σάρκα μου απαλά μέσα στα δάχτυλα .. όλο το κορμί σου μου ζητάει να ξυπνήσω.. ήρθες να λεηλατήσεις.. ήρθες να σου παραδοθώ..
Σου επιτρέπω τα πάντα χωρίς ν ανοίξω τα μάτια .. η ανάσα μου σου τα επιτρέπει.. έλα.. ταξίδεψε με στους βαθύς ωκεανούς σου.. πάρε κάθε κομμάτι μου και ένα-ένα κάντο δικό σου… κάνε με να νιώσω ελεύθερη μέσα στην φυλακή των μοναχικών οργασμών μας.. κ εγώ θα σε τιμήσω όπως σου πρέπει… θα αφήσω κάθε σου κρυφή σκέψη να ξαπλώσει πάνω στο κορμί μου.. κάθε σου φόβο θα αφήσω να διαλυθεί πάνω στο στήθος μου.. κάθε σου οργή να ξεχυθεί μέσα μου.. ανάμεσα στα πόδια μου.. εκεί στο δικό σου μυστικό βασίλειο θα ξαποστάσεις μετά την φοβερή σου μάχη και στην ζεστασιά του λαιμού μου η ανάσα σου ρυθμικά θα μ αποκοιμίζει.. τα χέρια σου δεν θα πολεμάνε πια, παρά μόνο θα ξεκουράζονται πάνω στο δέρμα της κοιλιάς μου, βαριά αφημένα..
Κ εγώ θα γείρω το κεφάλι μου σιωπηλά να σε κοιτάξω έτσι όπως θα βυθίζεσαι.. κ θα δω το χαμόγελο σου γλυκά να δύει μέσα στο σκοτεινό σου βλέμμα.. κ παίρνοντας τα μυστικά μου λάφυρά θα σου χαϊδέψω το πρόσωπο και ήσυχα θα αποκοιμηθώ μέσα στην αγκαλιά σου…
Πήγα στο μονοπάτι μου σήμερα..
Άρχισα να περπατώ ανάμεσα στις παλιές λεύκες σέρνοντας τα πόδια μου μέσα στα πεσμένα ξερά φύλλα.. από παιδί μου άρεσε να ακούω τον θόρυβο που κάνανε όταν τσαλακωνόταν ,σπάζανε κ θρόιζαν ενώ τα παρέσερνα.. ένιωθα κ ακόμη νιώθω σαν να μου μιλάνε..
Νιώθω όμορφα εκεί.. σαν να μπαίνω σ έναν κλειστό χώρο που μυρίζει υγρασία κατά τόπους και σου υποδηλώνει έτσι την αυθεντικότητα της σαφής παμπάλαιας ύπαρξης του..
Περπατώ αργά κ αφουγκράζομαι τον παλμό της ατμόσφαιρας και του εαυτού μου μέσα σ αυτήν.. σε κάθε βήμα μου γίνομαι όλο κ πιο σιωπηλή μέσα μου.. τα δέντρα κ οι ξεροί θάμνοι αγκαλιάζουν τα βήματα μου λες και με προστατεύουν από κάθε άλλη πραγματικότητα πέρα από την δική τους..
Κατευθύνομαι προς το μικρό ξέφωτο στην κοίτη του ποταμού και κάθομαι πάνω σε μια πράσινη λεία πέτρα. Στρίβω τσιγάρο..
Γύρω μου ήσυχα υγρά δέντρα, ξεκουράζουν τις ρίζες τους μέσα στο νερό και τα μάτια μου τα χαϊδεύουν.. κοιτάζω το νερό που τρέχει ασταμάτητα και ανεμπόδιστα ανάμεσα στις πέτρες και νιώθω πως έτσι κάπως είμαι κι εγώ… συνεχίζω να κυλάω ανάμεσα σε πέτρες …
Τις σκέψεις μου μόνο τις παρατηρώ κ τις αφήνω να διαλυθούν σαν σύννεφα…
Αφήνομαι ..βυθίζομαι στην πληρότητα του ήσυχου, χωρίς σκέψεις εαυτού μου.. σιωπούν και τα πουλιά για λίγο λες κ δεν θέλουν να με αποσπάσει τίποτα.. μα όχι πολύ αργότερα, μια μαύρη κάργια εμφανίζεται κ κάνοντας έναν μικρό κύκλο κράζει δυο φορές μόλις με βλέπει ..σηκώνομαι να φύγω αφού μου το ζητάει.. ξαναβάζω την μουσική στ' αυτιά μου και ρίχνω μια μάτια πίσω μου καθώς προχωρώ να συναντήσω ξανά την καθημερινότητα κ τις σκέψεις μου..
Με περιμένουν σπίτι…
Don't matter if the road is long
Don't matter if it's steep
Don't matter if the moon is gone
And the darkness is complete
Don't matter if we lose our way
It's written that we'll meet
At least, that's what I heard you say
A thousand kisses deep
I loved you when you opened
Like a lily to the heat
You see, I'm just another snowman
Standing in the rain and sleet
Who loved you with his frozen love
His second hand physique
With all he is and all he was
A thousand kisses deep
I know you had to lie to me
I know you had to cheat
You learned it on your father's knee
And at your mother's feet
But did you have to fight your way
Across the burning street
When all our vital interests lay
A thousand kisses deep
I'm turning tricks
I'm getting fixed
I'm back on boogie street
I'd like to quit the business
But I'm in it, so to speak
The thought of you is peaceful
And the file on you complete
Except what I forgot to do
A thousand kisses deep
Don't matter if you're rich and strong
Don't matter if you're weak
Don't matter if you write a song
The nightingales repeat
Don't matter if it's nine to five
Or timeless and unique
You ditch your life to stay alive
A thousand kisses deep
The ponies run
The girls are young
The odds are there to beat
You win a while, and then it's done
Your little winning streak
And summon now to deal with your invincible defeat
You live your life as if it's real
A thousand kisses deep
I hear their voices in the wine
That sometimes did me seek
The band is playing Auld Lang Syne
But the heart will not retreat
There's no forsaking what you love
No existential leap
As witnessed here in time and blood
A thousand kisses deep
“Για τον πολεμιστή του φωτός δεν υπάρχει ακατόρθωτη Αγάπη.
Αυτός δεν αφήνει την σιωπή, την αδιαφορία ή την άρνηση να τον τρομάξουν. Ξέρει πως πίσω από την παγωμένη μάσκα που χρησιμοποιούν οι άνθρωποι υπάρχει μια καρδιά από φωτιά.
Γι αυτό ο πολεμιστής ριψοκινδυνεύει περισσότερο από τους άλλους .
Αναζητά αδιάκοπα την Αγάπη κάποιου, ακόμα κι αν αυτό σημαίνει να ακούει συχνά την λέξη «όχι», να επιστρέφει στο σπίτι ηττημένος, να νιώθει πως έχουν απορρίψει το κορμί και την ψυχή του.
Ένας πολεμιστής δεν επιτρέπει στον εαυτό του να τρομάξει όταν ακολουθεί αυτό που έχει ανάγκη.
Χωρίς Αγάπη αυτός δεν είναι τίποτα.
P.C
( Με Αγάπη κ αφοσίωση στον Μ..)
Και πώς να μιλήσεις τώρα γι αυτόν τον έρωτα που πέρασε ξυστά και ίσα που πρόλαβε με το χρώμα του να βάψει μιαν άκρη της καρδιάς σου κόκκινη, κι εκεί που τον έβλεπες με μια γλυκιά ορμή να έρχεται κατά πάνω σου, τούμπαρε σε μια κλειστή στροφή κ άρχισε να χάνει τα όμορφα χρώματα του..
K πώς να του πεις ότι δεν είναι αυτό το διαφορετικό που νόμισες πως είδες μέσα στα μάτια του… πώς να του εξηγήσεις με λέξεις πως ήταν καλοκαίρι τότε, μα τώρα σου μυρίζει λίγο σαν φθινόπωρο κ το φθινόπωρο –πώς να το κάνουμε- σου φέρνει μια μελαγχολία…σου παίρνει το χαμόγελο από τα χείλη.. κι εσύ μόνο να χαμογελάς θέλεις…
Πώς να του μιλήσεις για την Αγάπη, για θαύματα, για μουσικές, για μαγεία, για όμορφα ηλιοβασιλέματα, για μυστικές σκέψεις και τρελά ταξίδια όταν κοιτάς και δεν τον βλέπεις πια κοντά σου…
Πώς να πεις πως κάτι σε κάνει να θες να φύγεις.. ίσως είναι το φθινόπωρο που ήρθε νωρίς.. πιο νωρίς απ ότι το περίμενες…
Πώς να του πεις πως σε πληγώνει η απουσία μέσα στην παρουσία του.. και πως η ατόφια απουσία σε πονάει λιγότερο, από αυτήν που ξεχύνεται από τις χαραμάδες μιας παρουσίας που ξεθωριάζει… σε πληγώνει η μοναξιά που σου δίνει γιατί θέλησε να δει την καρδιά σου από περιέργεια κ μετά σαν φίλος επέλεξε να καθίσει απέναντι της κ να την κοιτάζει χωρίς να την αγγίζει …
Άραγε αξίζει τον κόπο να εκδικούμαστε τον εαυτό μας; Να του παίζουμε αυτό το ψυχοφθόρο κρυφτούλι. Να τον φοβόμαστε, να τον απαρνιόμαστε, να τον προδίδουμε… Εν ονόματι τίνος πιστεύω και ποιας ανάγκης; Ποιος κινεί τα νήματά μας; Σε ποιο κουκλοθέατρο είμαστε μαριονέτες;
Πώς να του ζητήσεις να σου δώσει την αλήθεια του, ενώ δεν ξέρεις αν μπορεί να την δώσει στον ίδιο του τον εαυτό..
Πώς να του ζητήσεις να είναι εκεί όταν δεν έχεις κανένα δικαίωμα να το κάνεις.. όσο έντονα βαθιά μέσα σου κι αν το επιθυμείς.. πώς να του εξηγήσεις ότι δεν τον χόρτασες ακόμη…
Πώς να του εξηγήσεις ότι η Αγάπη δεν είναι φόβος, ούτε λογική…η λογική είναι φυλακή..… Πως και γιατί να το εξηγήσεις αυτό.…
Το παιχνίδι της Αγάπης όταν οριοθετείται τελειώνει.
Ότι μοιραζόμαστε οι δυο μας, είναι μόνο στιγμές σ ένα σύμπαν ψευδαισθήσεων... κ όταν παύουν οι στιγμές μας, παύουμε να υπάρχουμε κ εμείς …
Κοιτάζεις πέρα από τον ορίζοντα προσπαθώντας να τον εντοπίσεις με τη σκέψη. Να νιώσεις τι νιώθει, να μαντέψεις τη σκέψη του, να δώσεις απάντηση στο γιατί δεν άκουσες ξανά ούτε έναν ψίθυρο πίσω από τη φωνή και τις λέξεις του.
Οι άνθρωποι είναι μια αναστάτωση… Τους γνωρίζεις, μαθαίνεις τα όνομα τους, λες μια λέξη μαζί τους και μετά φεύγουν.
Άλλοι έρχονται σαν κύματα, ανεβαίνουν και πέφτουν.. κύματα που τα φτιάχνει ο αέρας σ ένα χωράφι με στάχια..
Βαριέμαι μερικές φορές…κάνω τα ίδιο λάθος συνέχεια.. συνεχίζω και πιστεύω..
Κοιτώ σιωπηλά μετρώντας τις επιλογές μου. Πόρτες κλειστές.
Φεύγω…. Έχω ήδη φύγει…με παιδεύει λιγότερο αυτό..
Κλείνω τα μάτια για να φύγω από την πραγματικότητα. Είναι το αγαπημένο μου παιχνίδι..
Να προσέχεις…
(The code is your own name..)